Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὡς ἐπονεῖτο

См. также в других словарях:

  • ἐπονεῖτο — πονέομαι work hard imperf ind mp 3rd sg (attic epic) πονέω work hard imperf ind mp 3rd sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τόφρα — Α επίρρ. 1. χρον. για τόσο χρονικό διάστημα, ώς τότε («ὄφρα ὅ γε ταῡτα ἐπονεῖτο... τόφρα οἱ ἐγγύθεν ἦλθε θεὰ Θέμις», Ομ. Ιλ.) 2. εν τω μεταξύ, στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα («τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη», Ομ. Οδ.) 3. (αναφορ.) όφρα* …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»